MAR CORRENTE είναι ο Εύριπος. Πάντα τα νερά του κινούνται βιαστικά. Πότε έρχονται από τον βορρά και πότε ξεκινούν από τον νότο. Αυτά τα νερά τα αγαπώ γιατί φέρνουν μαζί τους πλοία με φώτα, σκάφη με άσπρα πανιά και ψηλά κατάρτια, φέρνουν έρωτες, αγάπες, αναμνήσεις, ιστορίες, διηγήσεις και άλλα πολλά.

Κώστας Παππής - Γεωργίου

Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Ζήσε λαθραία του Σταμάτη Γκαβέτα

 Ζήσε λαθραία

Καμμιά φορά επιτρέπω στον εαυτό μου μια αμαρτία. Πηγαίνω νύχτα στο μουσείο του Μεγάλου και κάνω διάρρηξη - ριφιφί κανονικό - κάτω απ'τη μύτη του Σωτήρη. Κλέβω για λίγο τα ματογυάλια του Μέγα Εκτελωνιστή, τα φορώ και βρίσκομαι λαθρεπιβάτης στ' όνειρο κάποιου αλλού.
Περπατούσα στην παραλία χαζεύοντας το υδάτινο φεγγάρι όταν τον είδα να έρχεται. Ο γερο-λαχειοπώλης με το κομμένο του πόδι, στηριζόμενος σε δεκανίκια. "Κληρώνει απόψε" φώναζε. Από την άλλη μεριά της Χαλκίδας, το κάστρο του Καράμπαμπα ερχόταν ο Καντηλανάφτης του Λιμενάρχη Ευρίπου φορώντας ένα φθαρμένο σακάκι φιλαρμονικής. Μαέστρος βλέπεις κάποτε, στα χείλη του τριγύρναγε ένας σκοπός και έκανε - τάχα - πως κρατούσε μια τρουμπέτα. "Κληρώνει απόψε" λέει ξανά ο γέρο-λαχειοπώλης με ύφος συνωμοτικό. Ο Καντηλανάφτης τραβά ένα λαχείο. "Ξεδίπλωσε το και πες μου τι γράφει" Έπρεπε - έτσι λέει - να πάει στα χαρακώματα του Στρυμόνα να βρει το κομμένο του πόδι και να το φέρει πίσω. Μ' ένα κλακ των δακτύλων του ο γερο-λαχειοπώλης τον εξαφάνισε.
Σιγή, τίποτα δεν ακουγόταν - μπας και τα αφτιά μου είχαν βουλώσει - όταν ένα σπασμένο καράβι - ΟΥΛΑΛΟΥΜ έγραφε στα ζερβά του - χωρίς καπεταναίους, χωρίς μούτσους πέρασε το στενό του Ευρίπου. Η κόρνα του έσκισε τη σιωπή.
Μα είχε ήδη γυρίσει ο Καντηλανάφτης. " Τι είδες εκεί που πήγες" , "Είδα φωτιά, ατσάλι και οστά στη γη σπαρμένα μα το ποδάρι σου δεν το ήβρα πουθενά. Ακολουθούσα την Περίπολο Ζ όταν πέσαμε σε ενέδρα και τότε ο λοχίας φώναξε φυγή προς τα εμπρός και βρέθηκα πάλι εδώ. Και αφού δε βρήκα το ποδάρι που σου λείπει σου έφερα ένα άρβυλο ". Το ακουμπά εκεί που έπρεπε να είναι το πόδι - μπάσε καλό σου το φορά - κατεβάζει το μπαντζάκι βουτά τον Καντηλανάφτη και ξεκινούν να χορεύουν ένα βαλς. Ύστερα ο γερο-λαχειοπώλης του δίνει τα λαχεία λέγοντας του "Σειρά σου τώρα" και χάθηκε στο σούρουπο.
Πλησίασα τον νέο λαχειοπώλη , με κοιτά και μου λέει "Κληρώνει σήμερα, τράβα ένα λαχείο" και τράβηξα. " Τα ματογυάλια ετούτα που φοράς να τα πας εκεί που τα βρήκες".
Φθάνοντας στο μουσείο βρήκα τον Κρακ-Τόκ , τον άνθρωπο ρομπότ να λαδώνει τις αρθρώσεις του - εμ πως έχουν και τα ρομπότ τα αρθριτικά τους. Με γρέζι στη φωνή μου λέει " Έπρεπε να το φανταστώ ποιος άλλος; Ο Εραστής του Ευρίπου. Το είδες το λαχείο σου;" "Όχι" του λέω , "Τι γράφει;" με ρωτά. Το ξεδιπλώνω και του λέω"Ζήσε λαθραία" "Και αυτό να κάνεις".



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου